- παπυρολογία
- Η επιστήμη που ασχολείται με τα γραμμένα σε παπύρους αρχαία κείμενα. Mέχρι σήμερα έχουν βρεθεί πάπυροι τα κείμενα των οποίων είναι γραμμένα σε διάφορες γραφές και γλώσσες, όπως την αιγυπτιακή στα διαδοχικά της στάδια ως ιερογλυφική, ιερατική, δημοτική και κοπτική, την εβραϊκή και την αραμαϊκή, τη συριακή, την αραβική, καθώς επίσης και την ελληνική και τη λατινική. Η π., που ασχολείται μόνο με τις κλασικές γλώσσες, την ελληνική κυρίως και κατόπιν τη λατινική, αφήνοντας τις υπόλοιπες για τους ειδικούς επιστήμονες, δεν περιορίζεται μόνο στους παπύρους, αλλά επεκτείνει την έρευνά της και σε κείμενα που κατά καιρούς γράφτηκαν πάνω σε κομμάτια μετάλλων, σε ξύλινες πλάκες και ειδικά πάνω σε όστρακα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν πολύ ως σύντομα έγγραφα, όπως είναι οι αποδείξεις, οι λογαριασμοί, οι επιστολές κ.ά. Οι επιγραφές πάνω σε λίθους δεν αποτελούν αντικείμενο μελέτης της π. αλλά της επιγραφικής.
Η πρώτη σημαντική ανακάλυψη παπύρων έγινε το 1752 στη βιβλιοθήκη της λεγόμενης Προαστικής Έπαυλης (Villa Suburbana), στο Ηράκλειο της Ιταλίας. Εκεί βρέθηκαν συνολικά, ολόκληροι ή σε κομμάτια, 1.803 πάπυροι με έργα του Επίκουρου, του Πολύστρατου, του Δημητρίου του Φαληρέα, του Χρύσιππου, του Φιλόδημου και άλλων συγγραφέων της σχολής του Επίκουρου. Οι λατινικοί πάπυροι της ίδιας συλλογής είναι σε κακή κατάσταση, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη η αποκρυπτογράφησή τους. Το 1962, στη διάρκεια των ανασκαφών των τάφων του Δερβενιού της Μακεδονίας, βρέθηκε ένας κύλινδρος παπύρου από τον οποίο σώθηκε ένα τμήμα 17 στηλών. Ο πάπυρος αυτός ανήκει στην ορφική γραμματεία, είναι δηλαδή σχόλιο ορφικού ποιήματος με κοσμογονικό και θεογονικό περιεχόμενο. Χρονολογικά ανήκει στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. και είναι αρχαιότερος του γνωστού παπύρου του Τιμόθεου.
Η κυριότερη πάντως πηγή είναι η Αίγυπτος, και ειδικά η περιοχή που εκτείνεται από το Κάιρο ως το νησί Ελεφαντίνη και τη Συήνη (Ασουάν). Οι πάπυροι βρέθηκαν μέσα σε τάφους και σαρκοφάγους, σε σπίτια και σε ερείπια αρχαίων πόλεων. Από παλιά οι Αιγύπτιοι συνήθιζαν να θάβουν, μαζί με τον νεκρό, και ένα βιβλίο στο οποίο είχαν καταχωρηθεί οι ευχές του νεκρού προς διάφορες θεότητες, ή ένα άλλο το οποίο, όσο ζούσε, ήταν το προσφιλές του ανάγνωσμα. Στην αιγυπτιακή αυτή συνήθεια οφείλεται η διατήρηση των λαμπρών εικόνων με τις μούμιες και τις ζωγραφισμένες νεκρικές προτομές, καθώς και η διάσωση σπουδαίων φιλολογικών έργων, όπως ο πάπυρος του Τιμόθεου, που περιέχει τους Πέρσας, το αρχαιότατο χειρόγραφο της ελληνικής φιλολογίας (4ος αι. π.Χ.), το Παρθένειον του Αλκμάνα, την Αθηναίων πολιτεία του Αριστοτέλη και άλλα κείμενα. Οι περισσότεροι πάντως από τους παπύρους βρέθηκαν πεταμένοι σε απομακρυσμένα σημεία των αιγυπτιακών πόλεων που χρησιμοποιούνταν ως σκουπιδότοποι. Τα μέρη αυτά ονομάζονταν κοπρίαι ή κοπρώνες γιατί εκεί, μαζί με τα άλλα άχρηστα αντικείμενα, συγκεντρώνονταν και οι κοπριές των ζώων. Οι πρώτοι πάπυροι βρέθηκαν τυχαία από φελάχους στην περίοδο 1778-1870. Οι περισσότεροι από αυτούς εντοπίστηκαν στο νησί Ελεφαντίνη, στη Συήνη, στη Μέμφιδα και στις Θήβες. Αργότερα, στο διάστημα 1877-90, βρέθηκαν χιλιάδες πάπυροι στην Αρσινόη (το σημερινό Φαγιούμ), την πρωτεύουσα του Αρσινοΐτη νομού, καθώς και στις αρχαίες πόλεις Ερμούπολη και Ηρακλειούπολη. Επειδή τους αγόραζαν σε μεγάλες τιμές στις αγορές του Λονδίνου, του Παρισιού, της Βιέννης και του Βερολίνου, επιδόθηκαν στην ανεύρεσή τους πολλοί έμποροι και τυχοδιώκτες. Από τότε άρχισε η συστηματική αναζήτησή τους από γνωστούς επιστήμονες, κυρίως Γάλλους, Άγγλους και Γερμανούς.
Στη γραφή των παπύρων επικρατεί η μεγαλογραφία. Τα κεφαλαία γράμματα ήταν αρχικά γωνιώδη, αλλά αργότερα επικράτησε να γράφονται καμπυλωτά. Η καμπυλόσχημη γραφή των παπύρων είναι δύο ειδών, εκείνη των κλασικών βιβλίων και εκείνη των ιδιωτικών εγγράφων. Η πρώτη είναι ευανάγνωστη και σαφής, ενώ η δεύτερη, εξαιτίας της βιασύνης με την οποία γραφόταν, είναι δυσανάγνωστη και ασαφής. Συνηθισμένο εξάλλου στοιχείο της γραφής των παπύρων είναι οι συντομογραφίες, που καθιερώθηκαν κυρίως για την εξοικονόμηση χρόνου και χώρου. Ως προς το περιεχόμενο, οι πάπυροι διαιρούνται σε δύο κατηγορίες: η μία αφορά τα έγγραφα της καθημερινής ζωής και η άλλη τα κείμενα της κλασικής φιλολογίας. Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται ιδιωτικές επιστολές, αιτήσεις προς τους άρχοντες, νομικά έγγραφα, όπως μισθωτήρια, ενοικιαστήρια, τραπεζικά γραμμάτια, διαθήκες, γαμήλια συμβόλαια –το αρχαιότερο από τα οποία χρονολογείται από το 311 π.Χ. –, υποθήκες κ.ά. Επιπλέον, σώζονται πρακτικά από δίκες στα οποία περιγράφεται η διαδικασία των δικαστηρίων, οικονομικά έγγραφα, που μαρτυρούν τις προσόδους του κράτους και τη φορολογική πολιτική του, ημερολόγια νομαρχών και στρατηγών με χρήσιμες πληροφορίες για τις πόλεις τις οποίες διοικούσαν κλπ. Οι πάπυροι αυτοί αποτελούν αξιόλογες ιστορικές πηγές της περιόδου των Πτολεμαίων και παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για την ελληνική και ρωμαϊκή νομοθεσία που ίσχυσε στην Αίγυπτο. Η δεύτερη κατηγορία περιέχει παπύρους με κείμενα της κλασικής φιλολογίας.
Μέχρι το 1919, ο συνολικός αριθμός των φιλολογικών παπύρων, που είχαν δημοσιευτεί κατά καιρούς, ήταν 920, από τους οποίους οι 520 περιέχουν αποσπάσματα γνωστών από άλλες πηγές κειμένων και οι υπόλοιποι 350, κείμενα τα οποία, μέχρι την ανακάλυψη των παπύρων αυτών, ήταν άγνωστα. Από τους παπύρους που περιέχουν γνωστά κείμενα, οι 100 περιλαμβάνουν αποσπάσματα της Αγίας Γραφής, περίπου 270 ομηρικά κείμενα, και οι υπόλοιποι 200 γνωστά έργα ποιητών και συγγραφέων της αρχαιότητας.
Η ανακάλυψη των παπύρων και η μελέτη των κειμένων που υπάρχουν σε αυτούς συνετέλεσαν στην καλύτερη γνώση της ιστορίας και του πολιτισμού των λαών της Ανατολής.
Τμήμα Αιγυπτιακού παπύρου από το «βιβλίο των νεκρών» με σκηνή λατρείας πολλών θεών όπως του θεού της Μέμφιδας φθα (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο).
Τμήμα από το λεγόμενο πάπυρο του Ριντ, από το όνομα του αιγυπτιολόγου που πρώτος τον διάβασε. Ο πάπυρος αυτός, που χρονολογείται στο 1800 π.Χ., περιέχει σημαντικές πληροφορίες για τις μαθηματικές και γεωμετρικές γνώσεις των αρχαίων Αιγυπτίων.
Πάπυρος του 33 π.Χ. ο οποίος φέρει τη μοναδική παγκοσμίως –ως τώρα πιστοποιημένη– χειρόγραφη υπογραφή της φημισμένης Αιγύπτιας βασίλισσας Κλεοπάτρας (φωτ. ΑΠΕ).
Κομμάτια παπύρου με τη διδασκαλία του μεγάλου προσωκρατικού φιλοσόφου του 5ου π.Χ. αι. Εμπεδοκλή, που χρονολογούνται στον 1ο π.Χ. αι. (φωτ. ΑΠΕ).
Τμήμα ενός αιγυπτιακού πάπυρου από το «Βιβλίο των νεκρών», συλλογή κανόνων νεκρικών τελετουργιών, οι οποίοι απόβλεπαν στην προστασία του νεκρού μετά το θάνατό του (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο).
* * *ηαρχαιογνωστική επιστήμη που ασχολείται με την ανάγνωση, συντήρηση και γενική μελέτη τών κειμένων τα οποία έχουν γραφεί πάνω σε πάπυρο, στο χαρτί που παρασκευαζόταν από το ομώνυμο γνωστό ποώδες φυτό, το οποίο ευδοκιμεί κυρίως στην Αίγυπτο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. papyrology (< πάπυρος + -λογία*)].
Dictionary of Greek. 2013.